Learniv
▷ αοριστος BESPREAD | Learniv.com
Learniv.com  >  gr  >  Αγγλικά ανώμαλα ρήματα  >  bespread


αοριστος bespread

απαρέμφατο

bespread

αόριστος χρόνος

bespread

bespreaded *

μετοχή

bespread

bespreaded *



* Αυτή η μορφή είναι παρωχημένα ή που χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις ή ορισμένες διαλέκτους




Προέρχεται από το ρήμα:

απαρέμφατο

αόριστος χρόνος

μετοχή

spread

[spred]

spread
spreaded

[spred]
[spredɪd]

spread
spreaded

[spred]
[spredɪd]











ανώμαλα ρήματα