Learniv
▷ Αόριστος wed | Learniv.com
Learniv.com  >  gr  >  Αγγλικά ανώμαλα ρήματα  >  wed  >  Αόριστος


Αόριστος wed




μετάφραση: παντρεύομαι, παντρεύω
Είστε στη σελίδα για ανώμαλο ρήμα wed


Αόριστος

I wedded; wed



Αόριστος (Simple past)

I
wedded; wed 
you
wedded; wed 
he/she/it
wedded; wed 
we
wedded; wed 
you
wedded; wed 
they
wedded; wed 


απαρέμφατο

wed









ανώμαλα ρήματα