Learniv
▷ αοριστος UNDERSLEEP | Learniv.com
Learniv.com  >  gr  >  Αγγλικά ανώμαλα ρήματα  >  undersleep


αοριστος undersleep

απαρέμφατο

undersleep

αόριστος χρόνος

underslept

μετοχή

underslept







Προέρχεται από το ρήμα:

απαρέμφατο

αόριστος χρόνος

μετοχή

sleep

[sliːp]

slept

[slept]

slept

[slept]












ανώμαλα ρήματα